Σαν σήμερα, στις 8 Απριλίου 1984, πέθανε ο Πιοτρ Λεονίντοβιτς Καπίτσα (ρωσικά Пётр Леони́дович Капи́ца) στην Μόσχα, σε ηλικία 90 ετών.
Ο Καπίτσα γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1894 στην Κροστάνδη (λιμάνι της Αγ. Πετρούπολης) της τότε Ρωσικής αυτοκρατορίας.
Μετά το Γυμνάσιο, φοίτησε στο Πολυτεχνείο της Αγίας Πετρούπολης όπου πολύ σύντομα ο καθηγητής Abram Yoffe τον πήρε κοντά του για επιστημονική έρευνα.
Από πολύ νωρίς ταξίδεψε στο εξωτερικό με την οικογένειά του και το 1916 πήγε στη Σαγκάη της Κίνας για να συναντήσει την αρραβωνιαστικιά του Nadezhda Chernosvitova. Ένα μήνα αργότερα την παντρεύτηκε.
Τον επόμενο χρόνο ο Καπίτσα ξεκίνησε τη δημοσίευση των πρώτων επιστημονικών εργασιών του στο περιοδικό "Russian Physics and Chemistry Society". Λόγω του Α' Παγκοσμίου Πολέμου καθυστέρησε τις σπουδές του, που κατάφερε να ολοκληρώσει το 1919 παίρνοντας πτυχίο ηλεκτρολόγου μηχανικού. Ήδη από το 1918 είχε αρχίσει να διδάσκει στο Πολυτεχνείο της Αγίας Πετρούπολης. Το χειμώνα του 1919 επιδημία ισπανικής γρίπης αφάνισε όλη του την οικογένεια (σύζυγος και δύο παιδιά).
Το 1920, ο Καπίτσα με τον Nikolay Semyonov πρότειναν μια μέθοδο προσδιορισμού της ατομικής μαγνητικής ροπής, εργασία που δημοσιεύτηκε δύο χρόνια αργότερα.
Τον Μάιο του επόμενου έτους στάλθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από την Σοβιετική Ακαδημία Επιστημών προκειμένου να ενημερωθεί για τις επιστημονικές εξελίξεις και να δημιουργήσει δεσμούς με την επιστημονική κοινότητα της Δ. Ευρώπης. Έτσι, ξεκίνησε να εργάζεται στο Εργαστήριο Cavendish του Πανεπιστημίου του Cambridge, που είχε Διευθυντή τον Ernest Rutherford. Ο Rutherford γρήγορα αναγνώρισε τις ικανότητες του Καπίτσα και σύντομα του εξασφάλισε επιχορήγηση για την εργασία του.
Για περισσότερα από δεκατρία χρόνια εργάστηκε σκληρά στο Cambridge, όπου και σχημάτισε την ανεπίσημη ομάδα Φυσικών που έμεινε γνωστή ως «Kapitza club». Τον Ιούνιο του 1923 πήρε το διδακτορικό του από το Cambridge και τον Ιανουάριο του 1925 έγινε αναπληρωτής Διευθυντής στο Εργαστήριο Cavendish, στην έρευνα του Μαγνητισμού.
Τον Μάρτιο του 1929 έγινε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ και τον Μάιο του ίδιου έτους εκλέχθηκε εταίρος της Royal Society του Λονδίνου.
Τη δεκαετία του 1920 ο Καπίτσα επινόησε τεχνικές για τη δημιουργία πολύ ισχυρών μαγνητικών πεδίων με τη διοχέτευση ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής έντασης για σύντομο χρόνο σε ειδικά κατασκευασμένους ηλεκτρομαγνήτες με πυρήνα αέρα. Το 1928 ανακάλυψε τη γραμμική εξάρτηση της ειδικής αντίστασης από το μαγνητικό πεδίο σε διάφορα μέταλλα μέσα σε πολύ ισχυρά μαγνητικά πεδία.
Στο διάστημα της παραμονής του στο Cambridge πολλοί νέοι Σοβιετικοί Φυσικοί είχαν την ευκαιρία να σπουδάσουν στο Εργαστήριο Cavendish και να δουν τις εργασίες τους να δημοσιεύονται στο "International Physics Treatise Series" στο οποίο ο Καπίτσα ήταν συνιδρυτής και διευθυντής ύλης.
Υπήρξε ο πρώτος διευθυντής (1930–1934) του Εργαστηρίου Mond στο Κέμπριτζ που φτιάχτηκε με προσφορά 15000 λιρών από τη Royal Society ειδικά στον Καπίτσα, για να φτιάξει το δικό του εργαστήριο.
Το 1934 ο Καπίτσα επέστρεψε στη Ρωσία για να επισκεφθεί τους γονείς του, οπότε δεν του επιτράπηκε από το σοβιετικό καθεστώς να επιστρέψει στη Μεγάλη Βρετανία, όπου ζούσε με τη νέα του οικογένεια.
Καθώς ο εξοπλισμός του για την έρευνα των ισχυρών μαγνητικών πεδίων παρέμεινε στο Κέμπριτζ, ο Καπίτσα άλλαξε το ερευνητικό του πεδίο στην έρευνα χαμηλών θερμοκρασιών, αρχίζοντας με μία κριτική ανάλυση των μεθόδων που υπήρχαν τότε για την επίτευξη χαμηλών θερμοκρασιών. Πριν κλείσει ο χρόνος (1934) είχε ήδη δημιουργήσει νέο πρωτότυπο εξοπλισμό (βασισμένο στην αδιαβατική ψύξη) για την υγροποίηση σημαντικών ποσοτήτων ηλίου (He).
Ακόμη το 1934, ίδρυσε το «Ινστιτούτο Φυσικών Προβλημάτων», χρησιμοποιώντας εν μέρει εξοπλισμό που είχε αγοράσει η σοβιετική κυβέρνηση από το Εργαστήριο Mond (με τη βοήθεια του Ράδερφορντ).
Στη συνέχεια ο Καπίτσα άρχισε μία σειρά πειραμάτων για τη μελέτη του υγρού ηλίου, που οδήγησαν στην ανακάλυψη το 1937 του φαινομένου της υπερρευστότητας. Την νέα αυτή κατάσταση της ύλης με τις παράξενες ιδιότητες δημοσιοποίησε με μία σειρά επιστημονικών δημοσιεύσεων.
Το 1937 ξεκίνησε στο Ινστιτούτο τη λειτουργία μιας διεθνούς ομάδας Φυσικών για συζητήσεις πάνω σε προβλήματα Φυσικής, που αργότερα ονομάστηκε "Kapichik" και μετατράπηκε σε ομάδα με μέλη από όλη τη Σοβιετική Ένωση.
Το 1939 ο Καπίτσα ανέπτυξε μία νέα μέθοδο για την υγροποίηση του αέρα με ένα κύκλο χαμηλής πίεσης με τη χρήση μιας ειδικής τουρμπίνας. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ορίσθηκε επικεφαλής του τμήματος Βιομηχανίας Οξυγόνου, θέση από την οποία ανέπτυξε νέες τεχνικές διαστολής υπό χαμηλή πίεση για βιομηχανικές εφαρμογές. Εκτός αυτών, μεταπολεμικά επινόησε γεννήτριες μικροκυμάτων υψηλής ισχύος (1950–1955) και ανακάλυψε ένα νέο είδος εκκένωσης πλάσματος με θερμοκρασίες άνω του 1 εκατομμυρίου βαθμών Κέλβιν.
Αμέσως μετά τον πόλεμο μία ομάδα από εξέχοντες Σοβιετικούς επιστήμονες, μεταξύ των οποίων και ο Καπίτσα, πίεσε την κυβέρνηση να ιδρύσει ένα νέο τεχνικό πανεπιστήμιο, το οποίο και δημιουργήθηκε με την ονομασία «Ινστιτούτο Φυσικής και Τεχνολογίας της Μόσχας». Ο Καπίτσα δίδαξε εκεί επί πολλά χρόνια. Από το 1957 ήταν επίσης μέλος του προεδρείου της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών και την ημέρα του θανάτου του ήταν το μοναδικό πρόσωπο που είχε αυτή την ιδιότητα χωρίς να είναι ταυτόχρονα και μέλος του Σοβιετικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το 1978 μοιράστηκε το Βραβείο Nobel Φυσικής με τους Arno Allan Penzias και Robert Woodrow Wilson. Ο Καπίτσα "για τις θεμελιώδεις του εφευρέσεις και ανακαλύψεις στο πεδίο της Φυσικής χαμηλών θερμοκρασιών" και οι άλλοι δύο "για την ανακάλυψη της κοσμικής ακτινοβολίας υποβάθρου μικροκυμάτων ".
Ακόμη τιμήθηκε με πολλά μετάλλια και βραβεία (2 φορές Ήρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας, 2 φορές βραβείο Στάλιν), ενώ το όνομα του έχουν η αντίσταση Καπίτσα, το φαινόμενο Καπίτσα-Ντιράκ, ο αριθμός Καπίτσα, όπως και ο αστεροειδής 3437 Kapitsa, που ανακαλύφθηκε το 1982 από τη Σοβιετική αστρονόμο Lyudmila Karachkina.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου