Ο Carlo Rubbia το 1993 |
Σαν σήμερα, στις 31 Μαρτίου 1934, γεννήθηκε ο Ιταλός Φυσικός Carlo Rubbia στην Gorizia, μια κωμόπολη στους πρόποδες των ιταλικών Άλπεων. Στο τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου, η περιοχή της Gorizia κατελήφθη από τη Γιουγκοσλαβία και η οικογένειά του μετακόμισε στην αρχή στη Βενετία και μετά στο Ούντινε.
Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο, έκανε αίτηση εισαγωγής στο τμήμα Φυσικής στη Scuola Normale της Πίζας, όπου όμως απέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις. Έτσι, ξέχασε προσωρινά τις σπουδές στη Φυσική και γράφτηκε στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου να σπουδάσει Μηχανικός. Όμως μετά από μερικούς μήνες πληροφορήθηκε ότι είχε την ευκαιρία να γραφτεί στη Scuola Normale να σπουδάσει Φυσική, επειδή ένας από τους επιτυχόντες στη σχολή δεν είχε τελικά γραφτεί. Έτσι, μετακόμισε στην Πίζα όπου ολοκλήρωσε τις πανεπιστημιακές του σπουδές το 1957. Το 1958 πήρε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο της Πίζας με εργασία πάνω σε πειράματα στις κοσμικές ακτίνες, με την καθοδήγηση του Marcello Conversi. Εκεί είχε την ευκαιρία να έρθει σ' επαφή για πρώτη φορά με τους ανιχνευτές σωματιδίων παλμικού αερίου.
Αμέσως μετά, πήγε στο Πανεπιστήμιο Columbia στις ΗΠΑ, όπου παρέμεινε περίπου 1,5 χρόνο. Εκεί, εργαζόμενος με τον W. Baker στο Nevis Syncro-cyclotron (συγχροκύκλοτρο) έκαναν πειράματα πάνω στην πυρηνική διάσπαση και ανίχνευση μιονίων. Αυτή ήταν μια πρώτη σειρά πειραμάτων πάνω στην μελέτη της ασθενούς αλληλεπίδρασης.
Γύρω στο 1960 επέστρεψε στην Ευρώπη όπου ήδη είχε αρχίσει τη λειτουργία του ένας νέος επιταχυντής στο CERN. Μάλιστα, το Syncro-cyclotron του CERN ήταν πιο ισχυρό από αυτό του Nevis. Ο Ρούμπια και οι συνεργάτες του πειραματίστηκαν σε αυτό, μελετώντας και πάλι την ασθενή αλληλεπίδραση. Σ' εκείνη την περίοδο έγινε η ανακάλυψη της β ακτινοβολίας που παράγεται από θετικά πιόνια και η πρώτη παρατήρηση της σύλληψης μιονίων από ελεύθερο υδρογόνο.
Το 1970 ο Ρούμπια διορίσθηκε Καθηγητής της Φυσικής στην έδρα Higgins στο Πανεπιστήμιο Harvard, όπου δίδασκε ένα εξάμηνο τον χρόνο, ενώ το άλλο εξάμηνο συνέχιζε την έρευνα στο CERN.
Στις 17 Δεκεμβρίου 1987 το Συμβούλιο του CERN ανέθεσε στο Ρούμπια τη διοίκηση του Οργανισμού για 5 χρόνια, αρχίζοντας από την 1η Ιανουαρίου 1989.
Στις αρχές του 1983 στο CERN, μία διεθνής ομάδα 100 και πλέον Φυσικών με επικεφαλής τον Ρούμπια ανίχνευσε για πρώτη φορά τα ενδιάμεσα μποζόνια, τα σωμάτια W και Z, που είχαν ήδη αναδειχθεί σε ακρογωνιαίο λίθο των σύγχρονων θεωριών της Φυσικής Στοιχειωδών Σωματίων. Αυτά είναι οι φορείς της ασθενούς (πυρηνικής) δυνάμης που προκαλεί τη φυσική ραδιενεργό διάσπαση των πυρήνων των ραδιενεργών ισοτόπων. Αυτά τα σωμάτια έχουν μάζα εκατονταπλάσια περίπου αυτής του πρωτονίου.
Για την επίτευξη ενεργειών αρκετά υψηλών για την παραγωγή αυτών των σωματίων, ο Ρούμπια ήδη από το 1976 πρότεινε, μαζί με τον David Cline και τον Peter Mc Intyre, ένα ριζικά διαφορετικό σχεδιασμό επιταχυντή, τον Super Proton Synchrotron (SPS) για σύγκρουση πρωτονίων-αντιπρωτονίων.
Η δημιουργία ενός τέτοιου επιταχυντή απαιτούσε μια σειρά ιδιαίτερων τεχνικών και σ' αυτό βοήθησαν πολλοί επιστήμονες και ειδικά οι Guido Petrucci, Jacques Gareyte και Simon van der Meer.
Αυτός ο επιταχυντής στο CERN κυριάρχησε στο πεδίο της Φυσικής υψηλών ενεργειών από την πρώτη λειτουργία του το 1981 μέχρι το 2002, οπότε τον ρόλο του ανέλαβε το Tevatron στο Fermilab. Τα ερευνητικά του αποτελέσματα ανέδειξαν μία εντελώς νέα φαινομενολογία των συγκρούσεων υψηλής ενέργειας, με τα γκλουόνια και τα μποζόνια W και Z να κυριαρχούν.
Για τη δουλειά του, που οδήγησε στην ανακάλυψη των μποζονίων W και Ζ, φορέων της ασθενούς αλληλεπίδρασης, μοιράστηκε το Nobel Φυσικής 1984 με τον Simon van der Meer.
Το 1984 εξελέγη ως ξένο μέλος στη Royal Society του Λονδίνου. Υπήρξε πρόεδρος ή μέλος πολλών διεθνών οργανισμών ( ENEA, CIEMAT, IMDEA κλπ ).
Έχει τιμηθεί συνολικά με 27 διακρίσεις και από τις 30 Αυγούστου 2013 είναι ισόβιο μέλος της Γερουσίας στην Ιταλία.
Ο αστεροειδής 8398 Rubbia έχει ονομαστεί προς τιμήν του.
Πηγή: Today in Science History